Γιατί είμαστε “καταδικασμένοι” να ερωτευθούμε δύσκολους ανθρώπους;
Θεωρητικά είμαστε ελεύθεροι να επιλέξουμε το είδος του προσώπου που ερωτευόμαστε. Θα μπορούσαμε να είχαμε επιλέξει κάποιον άλλο. Ενώ όμως δεν οδηγούμαστε σε αυτή την επιλογή από κοινωνική σύμβαση ή από κάποια προξενήτρα ή από κάποια δυναστική επιταγή, στην πραγματικότητα η επιλογή μας είναι μάλλον πολύ λιγότερο ελεύθερη από ό,τι φανταζόμαστε. Μερικοί πολύ πραγματικοί περιορισμοί σχετικά με το τον ποιον μπορούμε να αγαπήσουμε και να νιώσουμε κάποια έλξη, προέρχονται από κάπου που ίσως να μην έχουμε καθόλου σκεφτεί: την παιδική μας ηλικία. Η ψυχολογική μας ιστορία μάς προδιαθέτει να ερωτευθούμε μόνο συγκεκριμένους τύπους ανθρώπων.
Ερωτευόμαστε βάσει των αυλακώσεων που σχηματίστηκαν στον εγκέφαλό μας κατά την παιδική μας ηλικία. Ψάχνουμε ανθρώπους που από πολλές απόψεις αναδημιουργούν τα συναισθήματα αγάπης που γνωρίσαμε όταν ήμασταν μικροί. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η αγάπη με την οποία εμποτιστήκαμε κατά την παιδική ηλικία είναι απίθανο να μας δόθηκε από απλή γενναιοδωρία, ευαισθησία και καλοσύνη. Δεδομένου του τρόπου που λειτουργεί ο κόσμος, η αγάπη ήταν πιθανότατα περιπεπλεγμένη με ορισμένες οδυνηρές πτυχές: ένα αίσθημα ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί, μια αγάπη για έναν γονέα που ήταν εύθραυστος ή καταθλιπτικός, την αίσθηση ότι δεν θα μπορούσε ποτέ κανείς να είναι πλήρως ευάλωτος μπροστά σε έναν φροντιστή.
Αυτό μας προδιαθέτει να αναζητήσουμε στην ενήλικη ζωή μας συντρόφους, οι οποίοι δεν θα είναι κατ’ ανάγκη ευγενικοί με εμάς, αλλά – κυρίως – θα τους νιώθουμε οικείους, το οποίο μπορεί να είναι ένα λεπτό, αλλά σημαντικά διαφορετικό πράγμα. Μπορεί να είμαστε αναγκασμένοι να παραβλέψουμε πιθανούς υποψήφιους συντρόφους επειδή δεν διαθέτουν τις περιπλοκές εκείνες που έχουμε συνδέσει με την αγάπη. Μπορεί να χαρακτηρίσουμε κάποιον ως «μη sexy» ή «βαρετό», όταν στην πραγματικότητα εννοούμε: είναι απίθανο να με κάνει να υποφέρω με τον τρόπο που χρειάζεται να υποφέρω, για να αισθανθώ ότι η αγάπη είναι πραγματική.
Αποτελεί σύνηθες φαινόμενο να συμβουλεύουμε τους ανθρώπους που σχετίζονται με δύσκολους συντρόφους απλώς να τους αφήσουν και να βρουν κάποιον πιο σωστό. Αυτό είναι από τη μια θεωρητικά ελκυστικό, αλλά συχνά από την άλλη πρακτικά αδύνατο. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να αλλάξουμε μαγικά εμείς τον νόμο της έλξης. Αντί, λοιπόν, να στοχεύουμε στην αλλαγή των τύπων των ανθρώπων που μας ελκύουν, ίσως θα ήταν πιο συνετό να προσαρμόσουμε απλώς τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούμε και συμπεριφερόμαστε όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολους χαρακτήρες, τους οποίους βρίσκουμε ακαταμάχητους εξαιτίας των προηγούμενων εγγραφών μας.
Τα προβλήματά μας δημιουργούνται συχνά επειδή συνεχίζουμε να ανταποκρινόμαστε σε ακαταμάχητους ανθρώπους με τον τρόπο που μάθαμε να συμπεριφερόμαστε ως παιδιά γύρω από τα πρότυπά μας. Για παράδειγμα, ίσως είχαμε έναν μάλλον οξύθυμο γονέα που ύψωνε συχνά τη φωνή του. Τον αγαπούσαμε και αντιδρούσαμε νομίζοντας ότι φταίγαμε κάθε φορά που εκείνος ήταν θυμωμένος. Νιώθαμε αδύναμοι και φοβισμένοι. Τώρα, αν κάποιος σύντροφος (στον οποίο νιώθουμε μαγνητισμένοι) θυμώσει, ανταποκρινόμαστε σαν κατσαδιασμένα, τρομαγμένα παιδιά: σκυθρωπάζουμε, νιώθουμε ότι το λάθος είναι δικό μας, αισθανόμαστε αναστατωμένοι, αλλά και άξιοι κατηγορίας, συσσωρεύοντας μέσα μας θυμό και δυσαρέσκεια. Ίσως και να έχουμε δεθεί συναισθηματικά με κάποιον ευερέθιστο τύπο, που μας κάνει να εκρηγνυόμαστε κι εμείς με τη σειρά μας. Ή αν είχαμε έναν εύθραυστο και ευάλωτο γονέα που πληγωνόταν εύκολα, καταλήγουμε εύκολα με έναν σύντροφο, που είναι επίσης λίγο αδύναμος και μας ζητά να τον φροντίσουμε, αλλά γρήγορα απογοητευόμαστε από την αδυναμία του. Προσπαθούμε να είμαστε διακριτικοί, να τον ενθαρρύνουμε και να τον καθησυχάζουμε (όπως κάναμε όταν ήμασταν μικροί), αλλά την ίδια στιγμή θεωρούμε ότι αυτό το άτομο δεν αξίζει την βοήθειά μας.
Πιθανόν να μη μπορούμε να αλλάξουμε τα πρότυπα που μας ελκύουν. Έτσι, αντί να επιδιώκουμε να αναμορφώσουμε ριζικά τα ένστικτά μας, αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να μάθουμε να αντιδρούμε στους επιθυμητούς υποψήφιους συντρόφους, όχι όπως κάναμε ως παιδιά, αλλά με τον πιο ώριμο και εποικοδομητικό τρόπο ενός ορθολογικού ενήλικα. Υπάρχει μια τεράστια ευκαιρία να κινηθούμε από έναν παιδικό σε έναν πιο ενήλικο τρόπο αντίδρασης σε σχέση με τις δυσκολίες που μας ελκύουν.
Κατά πάσα πιθανότητα είμαστε με κάποιον ο οποίος έχει ένα ιδιαίτερα μπερδεμένο σύνολο θεμάτων που πυροδοτούν τις επιθυμίες μας και τις παιδικές αμυντικές μας κινήσεις. Η απάντηση δεν είναι να τερματίσουμε τη σχέση, αλλά να προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε τις συναρπαστικές προκλήσεις με κάποια από τη σοφία που δεν διαθέταμε όταν ήρθαμε αντιμέτωποι με αυτές για πρώτη φορά στο πρόσωπο ενός γονέα ή ενός φροντιστή. Σκοπός, λοιπόν, δεν είναι να εντοπίσουμε ένα πλήρως ώριμο άτομο με το οποίο θα συνδεθούμε, αλλά να μάθουμε να αντιμετωπίζουμε με πιο ενήλικους τρόπους τις λιγότερο ώριμες πλευρές του συντρόφου μας.
Μετάφραση
Βασίλης Παπαμακάριος