Γκρεμισμένες οικογένειες, τσακισμένες ψυχές!

Γκρεμισμένες οικογένειες, τσακισμένες ψυχέςΕίχε γίνει κάποτε συχνό λάλημα, κάτι σαν παράπονο και ψίθυρος και περίπου σαν εμμονή για έναν άνθρωπο που ήταν (και είναι) χρήστης ουσιών, όσο κι αν (μου) το έκρυβε. Η ανειλικρίνεια και η έλλειψη αυτοκριτικής, να το ξέρετε, είναι η βάση για κάθε ψυχική ασθένεια, κρυφή ή φανερή. Τον άκουγα λοιπόν, κάθε λίγο και λιγάκι, να (μου) λέει: «Πότε θα κάνω οικογένεια κι εγώ;… Όλοι οι φίλοι μου παντρευτήκαν, ’κάναν παιδιά, εγώ μόνο έμεινα!…».

Αν σιωπούσα, αυτή η στρεβλή επιθυμία ασφαλώς και θα ρίζωνε βαθύτερα μέσα του. Αν δεν του έλεγα απολύτως τίποτα, αν του χαμογελούσα «πατρικά», τούτη η σιωπή και η ανοχή μου μπροστά σε έναν τέτοιον λόγο, θα μπορούσε κάλλιστα να εκληφθεί άμεσα ή έμμεσα ως ενθάρρυνση και ως προτροπή. Να πάει να κάνει «οικογένεια» και το ένα κακό της καταστάσεώς του να γίνει διπλό! Και το «διπλό» το κακό ποιος το πληρώνει μετά; Οι γονείς; Λάθος! Τα παιδιά και μόνο τα παιδιά. Έτσι ξεκινούν όλα τα, γνωστά και άγνωστα, δράματα και οι ανείπωτες τραγωδίες: από μια ανισόρροπη ιδέα, από μια άτοπη φαντασία, από μια «απλή» και «ανθρώπινη» επιθυμία, από έναν φουριόζικο έρωτα, από μια άστατη νύχτα, από μια τρέλα, από μια καρδιοαρπαχτή. Δεν θέλουμε να δαιμονοποιήσουμε τίποτα που αφορά το ωραίο κεφάλαιο του προσώπου, του έρωτα και της αγάπης και της σχέσης. Αλλά πέραν τούτου, ξέρει ο διάολος τί μας στέλνει και πως μας το στέλνει κάθε φορά και δεν το παίρνουμε χαμπάρι. Πολλούς τρόπους και συντυχίες μεταχειρίζεται αυτός για να γκρεμίσει ψυχές. Και το αποτέλεσμα; Το δράμα, το κλάμα, ο πόνος, η απελπισία, το ψυχικό τραύμα που συνεχίζεται από γενιά σε γενιά και κανείς δε μπορεί να το μαζέψει, παρά μόνο η χάρη του Θεού και αυτή πάλι, παρά την ανεξιχνίαστη δύναμή της, με πολύ «αυστηρές» και συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Γυρίζω λοιπόν και του λέω ευθέως, αυτού του φίλου, με όλο το θάρρος που είχα στη σχέση μου με αυτόν, τα εξής: «Στην κατάσταση που είσαι, ξέχασε το ενδεχόμενο της οικογένειας! Το να κάνεις οικογένεια, είναι μεγάλο πράγμα, είναι μυστήριο. Και, για να μπεις μέσα σε αυτό το μυστήριο, πρέπει πρώτα να έχεις κάποιες βασικές προϋποθέσεις, όσο αφορά την αγάπη, την αυτοθυσία, τη συνέπεια, την υπευθυνότητα, τη σταθερότητα, τη δοτικότητα, τη σοβαρότητα. Πες μου ειλικρινά· τα έχεις όλα αυτά στον εαυτό σου και στη ζωή σου;». Μου απαντά: «Όχι, πάτερ! Δε τα έχω». Του απαντάω: «Ε, αφού βλέπεις και γνωρίζεις ότι δεν τα έχεις, τότε γιατί ψάχνεσαι; Γιατί υποδαυλίζεις την επιθυμία μέσα σου, σώνει και καλά, να κάνεις οικογένεια όπως οι άλλοι. Οι «άλλοι» είναι αυτό που είναι και όπου είναι. Και θα σωθούν ή θα δώσουν λόγο γι’ αυτό που είναι και για τις όποιες επιλογές τους. Κι εσύ δε θα κάνεις οικογένεια, επειδή το ίδιο ακριβώς έκαναν και οι «άλλοι». Δεν μιμούμαστε κανέναν, όταν πάμε να κάνουμε οικογένεια. Προσευχόμαστε, εξομολογούμαστε, ζητούμε τη διακριτική γνώμη και συμβουλή ενός καλού πνευματικού. Ρωτάμε σοβαρά την καρδιά μας. Βλέπουμε και ανακρίνουμε καλά τον εαυτό μας. Βλέπουμε αν ταιριάζουμε με το άλλο το φύλο και πρόσωπο, εάν κατά τον προηγούμενο αστεφάνωτο βίο μας δεν συνεχίζουμε να κουβαλάμε αγκυλώσεις, συμπλέγματα, προβλήματα, κουσούρια και αισχρουργίες, εάν δεν έχουμε αιχμηρά πάθη και ελαττώματα που να κωλύουν, από τα πράγματα, την κοινή ομαλή συμπόρευση, τουλάχιστον στα βασικά και στα στοιχειώδη. Εσύ, βλέπεις να είσαι εντάξει σε όλα τα παραπάνω; Δε θέλω να σε αποθαρρύνω. Όλοι έχουμε το δικαίωμα να επιθυμούμε να εξελιχθούμε, να θέλουμε μια οικογένεια, εφόσον όμως πληρούμε τις αναγκαίες προϋποθέσεις γι’ αυτήν. Αν τώρα, που είσαι μόνος, στέκεσαι μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, πότε πας στη δουλειά πότε όχι, πότε έχεις λεφτά πότε όχι, πότε είσαι και δεν είσαι, πότε στέκεσαι στα πόδια σου και πότε καταρρέεις, όταν θα έρθει η κοινωνία του γάμου, πώς θα μπορέσεις να είσαι και να σταθείς τελείως διαφορετικά από ό,τι είσαι τώρα; Η γυναίκα σου, όταν περάσει η περίοδος του «μελιού», θα γίνει σύντομα ο εχθρός σου με τις συνεχείς καθημερινές προστριβές σας. Το παιδί σου, όταν περάσουν τα συννεφάκια της χαρωπότητας του «χαζομπαμπά» και της επιφανειακής στοργής, θα γίνει σταθερά ο αντίπαλός σου, γιατί πολύ απλά θα σου θυμίζει καθημερινά τις υποχρεώσεις σου, τις οποίες δεν τις έχεις καν σκεφτεί μέχρι τώρα, όπως και δεν τις σκέφτηκες ποτέ. Η «λύση» μετά, θα είναι το, με διαφόρους τρόπους, ξέσπασμά σου, η εκτόνωση, το να φεύγεις από το σπίτι σου που θα σου θυμίζει φυλακή, το ποτό, το τσιγαριλίκι, οι συνεχείς και παρατεταμένοι έξοδοι με τα «φιλαράκια» σου, μια παράλληλη ανέντιμη ζωή, ένα άλλο «εύκολο» και χαζοχαρούμενο γκομενάκι. Μετά, όπως είναι αναμενόμενο, θα τα δει και θα τα αισθάνεται όλ’ αυτά το παιδί σου, θα πληγώνεται βουβά και θα τραυματίζεται βαθιά κάθε μέρα μέσα του εξαιτίας σου, κι όταν αυτό μεγαλώσει και το αρπάξει η βίαιη εφηβεία των αβέβαιων καιρών, οπωσδήποτε θα το χάσεις, γιατί πολύ απλά θα πάει να κάνει και να ανακυκλώσει τις δικές σου αμαρτίες, τα δικά σου σφάλματα, τις δικές σου αμαρτίες. Γιατί; Γιατί να γίνει κάτι τέτοιο; Σου αρέσει αυτό να συμβεί; Τους άλλους τους ανθρώπους, που θα πάρεις στον λαιμό σου, δεν τους σκέφτεσαι; Άντε εσύ «θέλεις να κάνεις οικογένεια», όχι τόσο επειδή εμφορείσαι από ένα πνεύμα υγιούς «κοινωνικής αποκατάστασης», αλλά επειδή στο βάθος θέλεις να διασφαλίσεις την καθημερινή δόση της ηδονής της σαρκός. Είναι όμως αυτό το κριτήριο για μια οικογένεια; Κάτσε, σε παρακαλώ, εκεί που βρίσκεσαι και μη ζητάς να κάνεις πράγματα που είναι πολύ πάνω από το μέτρο των πνευματικών, ψυχικών και σωματικών σου δυνάμεων, για να μην επιφέρεις την καταστροφή σε κανέναν και για να μην καεί μαζί σου καμιά ψυχή, ιδίως παιδιά!…». «Έχεις πολύ δίκιο, πάτερ!» μου είπε και, από τότε για να πω την πάσα αλήθεια, δεν τον έχω ξανακούσει να ονειρεύεται «οικογένεια».

Ντρέπομαι που θα το πω, όχι φυσικά ως έμμεσο αυτοκομπασμό, αλλά προσωπικά, ως ρεαλιστική και αδογματική διαπίστωση, μέχρι τώρα δεν έχω δει και δεν έχει πέσει στη δική μου αντίληψη κάποια άλλη παρόμοια «κάθετη» αντιμετώπιση από την πλευρά των συγκληρικών, ιερέων, πνευματικών, έχοντας ζωηρή και ακμαία την ευθύνη της προνοητικότητάς μας του να προλαμβάνεται άμεσα μια κατάσταση ασθένειας, ψυχικής ανισορροπίας, εξόφθαλμης ψυχοτροπίασης η οποία εξελίσσεται σε ένα έκρυθμο δράμα με τη μορφή μιας «οικογένειας». Και εδώ βρίσκεται στο ακέραιο η δική μας ποιμαντική ευθύνη. Πουθενά αλλού. Στο να μιλάμε με παρρησία ευθύνης και σοβαρότητας κι ας μη μας ακούσουν στο τέλος. Όλοι όμως κοιτάμε να κολακεύουμε, παρά να κερδίζουμε πνευματικά ψυχές. Παρόμοια, κατά τον ίδιο τρόπο, εμπόδισα αποφασιστικά έναν θεωρητικά υποψήφιο ιερέα να γίνει ιερεύς, γιατί δεν είχε (και δεν έχει) τα ουσιαστικά ψυχοπνευματικά προσόντα να προσχωρήσει ανεξέταστα στην κληρικοποίησή του, ασχέτως εάν αυτός είχε υπό μάλης την τυπική έγκριση του πνευματικού του. Ο κίνδυνος της καταστροφής ήταν αμεσότατος.

Όλα αρχίζουν από τη μεγάλη και ανεκδιήγητη ανετοιμότητά μας. Σε αυτή δεν υπάρχει γκρίζα ζώνη: ή είσαι έτοιμος ή δεν είσαι. Δε νοιώθουμε καν ότι είμαστε ανέτοιμοι για οικογένεια, δε μας το λέει κανείς από τους συγγενείς, τους φίλους και τους περίοικους, γιατί όλοι στη σημερινή κοινωνία θεωρούν αμετάπειστα ότι η «οικογένεια» ή ο «γάμος», αποσπασματικά και αυτονομημένα, αποτελούν «σκοπό της ζωής»! Πόσο λάθος και τι λάθος! Πλάνη, λαϊκισμός και άγνοια στο έπακρον. Ο γάμος δεν είναι σκοπός και αυτοσκοπός, αλλά αγώνας, στίβος αγώνος, δρόμος για την αγάπη και τη Βασιλεία των Ουρανών. Μετά, δε φτάνει που είμαστε ανέτοιμοι –πνευματικά, ψυχολογικά και σωματικά– για οικογένεια, κατεχόμαστε και κατατρυχόμαστε από μια βασανιστική και θολή επιθυμία να κάνουμε οικογένεια. Θεωρούμε και φανταζόμαστε πολλά και γι’ αυτό προσθέτουμε το ένα λάθος πάνω στο άλλο. Νομίζουμε σφαλερότατα ότι θα τον (ή την) αλλάξουμε τον άλλον (ή την άλλη) μέσα στην οικογένεια, ενώ όχι μόνο δεν αλλάζει, αλλά κυρίως μέσα στην οικογένεια είναι που γίνεται απίστευτα ο χειρότερος (ή η χειρότερη). Ο άλλος φέρνει τον ακαλλιέργητο εαυτό του όπως είναι «έξω», κατευθείαν μέσα στον γάμο. Δίχως προετοιμασία, δίχως εσωτερική εργασία, δίχως κανέναν αγώνα. Και μετά τον λόγο έχει η κρούση και η τριβή. Αντί να μαλακώνουν οι καρδιές από το μεγαλείο της αγάπης και της παιδοποιίας, σκληραίνουν αφάνταστα. Ο ένας προσέχει και προβάλλει διαρκώς όλα τα άσχημα του χαρακτήρα του άλλου και μπαίνει μέσα στην αγάπη ο κυνισμός της επίκρισης. Και βλέπεις ερωτοχτυπημένα ζευγάρια, να γίνονται δύο εχθροί και δύο ξένοι κάτω από το ίδιο κεραμίδι. Σκοτωμός! Μίσος! Σπαραγμός! Ολοήμεροι και ολονύχτιοι καυγάδες και έριδες. Μετά την πληρώνουν τα καημένα τα παιδιά. Κάνουμε οικογένειες και νομίζουμε ότι μετέχουμε σε ένα συμβιωτικό πάρτυ, ότι ιδρύουμε έναν συνεταιρισμό, έτσι στα πεταχτά και στο ποδάρι.

Ο απορημένος νους μου και η συγκλονισμένη μου καρδιά πάει μια στη Λέρο και μια στη Ζάκυνθο. Δεν καταδικάζω, δεν ελέγχω, μόνο σιωπώ. Κανείς δε μιλά για το μεγάλο καρκίνωμα της κοινωνίας που είναι η ενδοοικογενειακή πορνεία, η ενδοεστιακή ασέλγεια, μια πολύ ιδιαίτερα δαιμονική βία. Όλοι μόκο. Και όλοι αθώοι, ανήξεροι και ανίδεοι. Όταν όλοι βουτάγαμε από πολύ νωρίς στον βούρκο της κοσμικής πορνείας, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, με τη συναίνεση των μετακατοχικών γονέων μας, με τις παρέες μας και με τις τόσες συνεργίες μας στο ψυχοσωματικό έγκλημα, κανείς δεν ενδιαφερόταν και δεν αναρωτιόταν πού θα πάει, πού θα καταντήσει όλο αυτό. Μικροί μεγάλοι, στις προσταγές της μέσα μας και γύρω μας πορνείας του αντίθεου κόσμου. Αν, πριν, κατά ή μετά την εφηβεία, με τη Χάρη και τη δύναμη του Χριστού, με τη συχνή εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία, ο άνθρωπος δεν αρνηθεί και δεν πολεμήσει την πορνική φαντασία και ιδέα του, αυτός ο άνθρωπος είναι εκ προοιμίου αποτυχημένος και ξοφλημένος στη σχέση του, στη σχέση του που λέγεται τυπικά και συμβατικά «γάμος» και «σπιτικό». Και να πούμε και το εξής: Δεν μπορούν ποτέ οι έκλυτοι, οι πορνικοί τύποι ανθρώπων να σταθούν μέσα στο γάμο, νόμος! Πάτε ρωτήστε όλους τους συντρόφους τους και όλες τις συντρόφισσές τους και θα σας τα πουν καλύτερα. Το μεγάλο φταίξιμό μας είναι ότι προσκυνήσαμε τα δυτικά είδωλα μιας σάπιας και απαξιωμένης ζωής και μπερδέψαμε τη συζυγία με την πορνεία. Δεν κοιτάει ηλικία το πάθος. Το πάθος των διάφορων αισχρουργιών δεν έχει καθόλου με την ηλικία και τον χρόνο του ανθρώπου, διότι αυτός που το έχει και το σκορπά στις άμαχες καρδιές και στον ανίδεο κόσμο είναι ο δαίμονας της πορνείας. Όλα εδώ, στο εδώ και τώρα, πληρώνονται ακριβά και πικρά. Ό,τι έχει ο καθένας μέσα του, μέσα στην καρδιά του, αυτό και βγάζει μονίμως προς τα έξω του, αυτό και εκπέμπει ή μοιράζει στους κοντινούς του. Κι αν αυτοί οι κοντινοί είναι και γίνονται οι εχθροί του, τότε, με μαθηματική ακρίβεια, αυτοί οι εχθροί, σε λίγο, πολύ σύντομα, θα γίνουν και τα ανίσχυρα ενδοεστιακά θύματά του.

Θέλουμε απλώς να αγαπάμε, τάχα να αγαπάμε, με επιθυμία και φαντασία στο φουλ, δίχως ίχνος πνευματικής καθαρότητας, αυτοσεβασμού, σεβασμού, εντιμότητας και υπευθυνότητας. Αγαπάμε αρρωστημένα και ανεύθυνα. Και αυτό είναι το ρίζωμα της αλλοτρίωσης και του εκφυλισμού του γάμου. Και όταν το μυστήριο απομυστηριοποιείται, αγαπητοί, τι να τον κάνεις έναν τέτοιον γάμο; Τι τον θέλεις έναν τέτοιον γάμο; Για να σκοτώνονται «καλύτερα» και οδυνηρότερα τα παιδιά; Το μυστήριο, σαν μυστήριο, είναι όντως αδιάλυτο. Κανείς δεν αντιλέγει σε αυτό. Αλλά όταν και εφόσον υπάρχουν (και) παιδιά, τα οποία τείνουν στα σοβαρά να γίνουν θλιβερά θύματα και θρύψαλα, τότε η φυγή και η διάσπαση είναι επιτακτικό χρέος και ανάγκη αδήριτη. Πολλοί γάμοι έσωσαν ψυχές και πολλοί γάμοι καταρράκωσαν υπάρξεις.

Φέρνουμε στον κόσμο παιδιά και γινόμαστε ολοένα πιο ηλίθιοι, πιο σφαλεροί, πιο ανεύθυνοι, πιο χυδαίοι, πιο σαρκικοί, πιο σκληροί και πιο κακούργοι. Γιατί και πώς κάνουμε οικογένειες έτσι; Για πιο λόγο; Δεν καταλαβαίνω μωρέ; Κάντε τον κόσμο καλύτερο με το να μείνετε, οι άρρωστοι και οι μη επιδεχόμενοι θεραπεία, ανύπαντροι! Δεν πειράζει! Είναι καλύτερα έτσι! Προς τι όλα αυτά τα δράματα και οι τραγωδίες κάθε φορά;

Και αρχίζω από τις μανάδες, γιατί αυτές –υποτίθεται πως– είναι το νεύρο, ο τόνος, η δύναμη, το κέντρο και η καρδιά ενός σπιτικού. Πού είναι οι αληθινές μανάδες να προστατεύσουν τα παιδιά τους; Πουθενά! Πού είναι οι τίμιοι και σοβαροί πατεράδες να δώσουν ασφάλεια και δύναμη στα μέλη της οικογένειας; Πουθενά! Πού είναι οι καλοί συγγενείς να τρέξουν και να μεριμνήσουν; Πουθενά! Πού είναι η προστασία και η παρέμβαση των φορέων; Πουθενά! Δεν υπάρχει κράτος, κύριοι, δεν υπάρχει κοινωνία, δεν υπάρχει μέριμνα, δεν υπάρχει βοήθεια, δεν υπάρχει ανθρωπιά, δεν υπάρχει τσίπα, ένα φρένο, ένα χαλινάρι, μια σωτηρία και μια διέξοδος, ένα κάτι.

Μια σαλεμένη οικογένεια που φώλιαζε μέσα της η ψυχασθένεια, η σχιζοφρένεια, η ψυχότροπη λαγνεία, η αναισθησία, η ασυδοσία, ο σαδισμός, το κοπροσκύλιασμα, η τέρμα γουρουνιά, η αμαρτία, ο πόνος, το μαρτύριο. Όλοι ήξεραν, όλοι υποψιαζόντουσαν, όλοι ψιθύριζαν, και κανείς τους δεν έκαμνε κάτι, κάπως να προλάβει κάτι! Η ενοχή σκόρπισε παντού, σαν δηλητήριο που πάει να βρει τα στόματα ή τις φλέβες. Τα παιδιά είναι αυτά, είναι τα μόνα, που δεν φταίνε σε τίποτα· αυτά τα αθώα, τα αδύναμα, τα ανυπεράσπιστα παιδιά! Πόσο πιο πάτο κολάσεως να πιάσουμε, βρε παιδιά;;!!

Να πάμε γρήγορα όλοι, μικροί και μεγάλοι, με συντριβή στην Εκκλησία μας, στη μετάνοια, στον Θεό, να μας ελεήσει, να μας ειρηνεύσει, να μας φωτίσει, να μας μάθει τι σημαίνει επιτέλους αγάπη καθαρή και όχι τοξική αγάπη του μιασμένου κόσμου, να θεραπεύσει τη ψυχή μας και να μας σιάξει σαν πρόσωπα, σαν ζευγάρια, σαν γονείς, σαν παιδιά, σαν κοινωνία! Δεν έχουμε άλλο καιρό. Δεν έχουμε άλλα περιθώρια. Ο θάνατος της αμαρτίας και των παθών μας είναι μέσα μας, είναι στην κοινωνία που καταρρέει. Ή Χριστός ή χάος!

π. Δαμιανός Σαράντης

Πηγή