Η ψυχολογία της αγάπης: Από την ψευδαίσθηση στην πραγματικότητα
Όλοι μας έχουμε γαλουχηθεί θεωρώντας την αγάπη ως την πεμπτουσία της ζωής και το «κλειδί της επιτυχίας» στις σχέσεις μας. Πιστεύουμε ότι είναι η πηγή της ευτυχίας και αναλώνουμε την ζωή μας στην δημιουργία των προϋποθέσεων που θα καταστήσουν δυνατή την μόνιμη εδραίωσή της στη ζωή και στις σχέσεις μας. Επιθυμούμε μια άνευ όρων αγάπη, δηλαδή μια αγάπη που οι άλλοι μας προσφέρουν γι’ αυτό που είμαστε, κι όχι γι’ αυτό που κάνουμε, ή δεν κάνουμε.
Οι περισσότεροι από μας, στην προσπάθειά μας να εξιδανικεύσουμε τους γονείς μας και τους σημαντικούς μας ανθρώπους της παιδικής μας ηλικίας, εντάσσουμε την φροντίδα που πήραμε από εκείνους σ’ αυτήν την άνευ όρων αγάπη που τόσο πολύ ανάγκη την είχαμε και την έχουμε. Η αλήθεια είναι ότι ελάχιστοι άνθρωποι έχουν ζήσει έστω και λίγα λεπτά αυθεντικής αγάπης σε όλη τους τη ζωή! Οι περισσότεροι, με θλίψη και απογοήτευση συνειδητοποιούμε, σε κάποιο μεταγενέστερο στάδιο της ενηλικίωσής μας, πως το μεγαλύτερο κομμάτι της αγάπης που βιώσαμε μέσα στις σημαντικές μας σχέσεις κάθε άλλο παρά χωρίς όρους ήταν. Ότι οι γονείς, οι σύντροφοι, οι φίλοι μας μας αγαπούσαν – και μας αγαπάνε – επειδή μας θεωρούνε συνέχειά τους στο μέλλον, έξυπνους, όμορφους, αποτελεσματικούς, δοτικούς, σώφρονες, τρυφερούς, επειδή δεν λέμε εύκολα «όχι» στις ανάγκες των άλλων, επειδή έχουμε καλό χιούμορ, κ.ο.κ.
Αν βέβαια στραφούμε για λίγο με ειλικρινή διάθεση στον εαυτό μας, θα διαπιστώσουμε ότι οι όροι που και εμείς οι ίδιοι θέτουμε σε εκείνους που αγαπάμε είναι αδυσώπητα άκαμπτοι και αυστηροί! Είμασταν πολύ μικρά παιδιά όταν εμποτιστήκαμε σ’ αυτήν την γεμάτους όρους αγάπη, και δυσκολευόμαστε πολύ να την ξεμάθουμε τώρα που γίναμε μεγάλοι.
Οι όροι που – με επίγνωση ή ανεπίγνωστά μας – βάζουμε στα πρόσωπα με τα οποία εμπλεκόμαστε, γίνονται βάρη, επιβαρύνουν τις σχέσεις μας με τους ανθρώπους. Όταν επιλέγουμε να αποσύρουμε κάποιους απ’ αυτούς τους όρους ανακαλύπτουμε την ευρύτητα των συναισθημάτων μας και την ικανοποίηση που μπορούμε να αντλήσουμε μέσα απ’ αυτά.
Ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που εμείς οι ίδιοι θέτουμε στην ανάγκη μας για άνευ όρων αγάπη είναι ο φόβος μας ότι αυτό το ωραίο συναίσθημα που δώσαμε δεν θα επιστραφεί ποτέ. Εκείνο, όμως, που δεν συνειδητοποιούμε, μέσα απ’ αυτήν μας την υπόθεση, είναι ότι η συναισθηματική αίσθηση που αναζητάμε δεν βρίσκεται σ’ αυτό που θα πάρουμε, αλλά σ’ αυτό που εμείς προσφέρουμε.
Εάν υπολογίσουμε «λογιστικά» την αγάπη που δεχόμαστε – ή που θα έπρεπε να είχαμε δεχτεί – δεν θα νιώσουμε ποτέ ότι μας αγάπησαν και ότι μας αγαπούν. Αντίθετα, θα έχουμε συνεχώς την αίσθηση ότι μας χρωστάνε, όχι τόσο επειδή πράγματι μας χρωστάει κάποιος, αλλά επειδή η ίδια η πράξη του υπολογισμού δεν είναι καθαυτή μια πράξη αγάπης. Με άλλα λόγια, η αίσθηση ότι δεν μας αγαπούν δεν προκύπτει απ’ το γεγονός ότι δεν δεχόμαστε αγάπη. Είναι επειδή, εξαιτίας του φόβου μας, μπλοκάρουμε την δική μας ανάγκη να δώσουμε αγάπη.
Όταν είστε σε διαμάχη με κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο, έχετε την εντύπωση ότι νιώθετε απογοητευμένοι για κάτι που εκείνος/εκείνη σας έκανε ή δεν σας έκανε. Στην πραγματικότητα όμως νιώθετε θλίψη και απογοήτευση επειδή, από φόβο ότι θα υπερβείτε τον εγωκεντρικό σας εαυτό – και έτσι, ίσως και να τον χάσετε! – έχετε αποσύρει την αγάπη σας από το πρόσωπο που αγαπάτε.
Εάν αποφασίσετε – γιατί περί προσωπικής απόφασης πρόκειται! – να απλώσετε τα χέρια σας και, χωρίς ιδιαίτερο εσωτερικό διάλογο και σκέψη, να αγκαλιάσετε την μητέρα σας, τον φίλο σας, τον αδερφό σας, μολονότι δεν είναι – ούτε ενδεχομένως θα γίνουν ποτέ – όπως θα θέλατε να είναι, θα αρχίσετε να βλέπετε μεγάλες αλλαγές στη ζωή σας. Θα δείτε να ελευθερώνονται δυνάμεις, μέσα και έξω από σας. Μα, πάνω απ’ όλα, θα δείτε τις καρδιές σας να μαλακώνουν και να γεμίζουν γαλήνη.
Γρηγόρης Βασιλειάδης
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής