Της Αγάπης και της Ανάγκης το άλφα
Συχνά συμβαίνει να μπερδεύουμε την ανάγκη με την αγάπη. Νομίζουμε ότι επειδή έχουμε ανάγκη από κάτι ή από κάποιον, αυτό είναι ένδειξη αγάπης, όμως κάτι τέτοιο πολύ απέχει από το να ισχύει. Στην πραγματικότητα, επειδή μας είναι πολύ δύσκολο να παραδεχτούμε την ανάγκη μας, την αναπλαισιώνουμε σε αγάπη. Πιστεύουμε ότι όσο πιο κοντά είμαστε, τόσο πιο πολύ αγαπάμε. Όσο πιο πολύ ανησυχούμε, τόσο περισσότερο νοιαζόμαστε, ακόμα και ότι όσο πιο πολύ ζηλεύουμε, τόσο μεγαλύτερο το ενδιαφέρον μας για τον άλλο.
Και όσο έχουμε κλειστά τα αφτιά μας σε αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε, τόσο ζητάμε από τον άλλο να καθησυχάζει τις έγνοιες μας. Κι αν οι έγνοιες μας είναι μεγάλες, θα ζητήσουμε να μην έχει ζωή έξω από τη σχέση γιατί μας λείπει ανυπόφορα όταν είναι μακριά μας ή μας ανησυχεί το να πάθει κάτι και να μην το γνωρίζουμε. Θα παραπονεθούμε ότι δεν κάνουμε αρκετά πράγματα μαζί κι ας περνάμε χρόνο οι δυο μας. Σύντομα, όμως, όλο αυτό θα φέρει μεγάλη σύγκρουση ανάμεσά μας αφού ταΐζουμε τη σχέση με τους φόβους μας.
Από κάτω, φυσικά, κρύβεται η ανάγκη για μονιμότητα του άλλου γιατί κάποια στιγμή στην αρχή της ζωής μας εγκαταλειφθήκαμε. Κάποιοι φυσικά, με το να φύγουν τα σημαντικά πρόσωπα από τη ζωή τους, και κάποιοι συναισθηματικά, με το να εγκαταλειφθούν οι ανάγκες τους ή να παραμεληθούν κι οι ίδιοι. Έχοντας υποφέρει, λοιπόν, αλλά μη έχοντας το συνειδητοποιήσει, είναι βασική ανάγκη το να επιβεβαιώνουμε την παρουσία του άλλου στη ζωή μας κι εκεί είναι που μπερδεύουμε την συγχώνευση με την αγάπη.
Εγκαταλείπουμε κάθε στοιχείο της ταυτότητάς μας που υπήρχε έξω από τη σχέση και αφοσιωνόμαστε στο να αναπνέουμε τον ίδιο αέρα με τον άλλο. Οτιδήποτε έξω από αυτή τη δυαδικότητα είναι απειλητικό, οπότε φροντίζουμε να εξαλείψουμε κάθε τι που μπορεί να μας δώσει χαρά και δεν είναι ο άλλος. Κι όσο ματαιώνουμε τον εαυτό μας, τόσο αισθανόμαστε ότι νοιαζόμαστε για τον σύντροφό μας. Εκεί είναι που λέμε, αφού τον αγαπώ, θα θυσιαστώ και θα το αντέξω κι αυτό. Λες κι η αντοχή στη στέρηση είναι ένδειξη αγάπης.
Και για όσο ισχύει αυτό, επικρατεί μία σχετική ηρεμία, όμως καμία σχέση που είναι συγχωνευμένη δεν είναι σχέση, κι αυτό σύντομα αρχίζει να γίνεται ανάγλυφο. Κάποιος από τους δύο πνίγεται από την ταύτιση που έχει θεωρηθεί εγγύτητα, από την ανησυχία που έχει βαφτιστεί νοιάξιμο και τη ζήλια που έχει ονομαστεί ενδιαφέρον.
Φυσικά, κι ο άλλος δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Το ότι επέλεξε έναν σύντροφο που θυμώνει σε κάθε απόπειρα ανεξαρτησίας, ζηλεύει, αντιδρά έντονα, σημαίνει ότι κι ο ίδιος παίρνει κάτι από αυτό. Ο ζηλόφθων σύντροφος μπορεί να πιέζει, να ταλαιπωρεί, να εξαντλεί, όμως είναι εκεί και το κάνει, δεν εγκαταλείπει. Οπότε, σε δευτερογενές επίπεδο, καλύπτει τα άγχη εγκατάλειψης του άλλου. Αυτή είναι και η απάντηση σε όποιον αναρωτιέται γιατί βασανίζεται δίπλα σε κάποιον που τον καταπιέζει, αλλά δεν μπορεί να φύγει.
Κι αυτό γιατί δεν έχω καταλάβει τι χρειάζομαι πραγματικά. Δεν έχω καταλάβει τις ανάγκες μου και τις νομίζω για αγάπη, δεν έχω καταλάβει εμένα. Και με τη λίγη γνώση που έχω για τον εαυτό μου, προσπαθώ να προσδιοριστώ μέσα από τον άλλο. Βέβαια, όσο δεν με γνωρίζω, τόσο με φοβάμαι και καθότι πορεύομαι με τον φόβο μου, αναλώνομαι σε έναν κύκλο ζωής που τον επιβεβαιώνει. Άλλοτε με τις ακατάλληλες επιλογές μου και άλλοτε με το να οδηγώ εγώ τον άλλον στο να γίνει ακατάλληλος και να με αφήσει.
Κι ακόμα κι αν σμίξω με κάποιον, θα αισθάνομαι αφρόντιστος αφού ποτέ δεν θα μπορεί να με εμπεριέξει τελείως. Το βλέπουμε σε πολλά παντρεμένα ζευγάρια πλέον. Εκεί που γίνεται περισσότερο ορατό είναι στα πρώτα χρόνια του ερχομού ενός παιδιού στη ζωή του ζεύγους γιατί εκεί έρχεται ακόμα πιο μπροστά η παιδική μας μεταβίβαση. Όποιο άγχος δεν έχει αντιμετωπιστεί, λειτουργεί κάτω από τη δικαιολογία της γονεϊκότητας. Εάν έχω προβλήματα με τον συμβίο μου, αλλά δεν έχω συνειδητοποιήσει τι ακριβώς αφορούν και τι σημαίνουν για εμένα, θα αισθάνομαι αφόρητη πίεση και θα δρω χωρίς να καταλαβαίνω τι κάνω. Κι οι φόβοι μου, που μοιάζουν ασήκωτοι από τον σύντροφό μου, θα πέσουν στις πλάτες του παιδιού μου. Θα το τραβήξω στο μέρος μου και θα δημιουργήσω ασυνείδητα μια συγχωνευτική σχέση με εκείνο. Είμαι από επάνω του για το καλό του, επειδή το αγαπάω, θα λέω, όμως μέσα μου είναι η ανάγκη για το δικό μου καλό που με οδηγεί.
Το βλέπουμε συχνά σε ζευγάρια με νεαρά παιδιά. Η μαμά να δημιουργεί έναν υπερβολικά στενό δεσμό με το γιο ή ο πατέρας με την κόρη. Είναι συχνό φαινόμενο να έρχεται το παιδί στο κρεβάτι και να πλαγιάζουν τρεις. Και αν η μαμά πάρει το γιο στο κρεβάτι, ο γιος θα αισθανθεί τεράστια χαρά που επιτέλους την κατακτά και τον προτιμά από τον μπαμπά. Θα του δοθεί αυτό που θέλει, η αποκλειστικότητα, όμως, συγχρόνως, θα αισθανθεί και τεράστια ενοχή προς εκείνον. Θα νιώσει άσχημα που αυτό που δίνει χαρά σε αυτόν, στερεί από τον άλλον, και θα φοβηθεί ότι ο μπαμπάς θα τον εγκαταλείψει. Εξάλλου, πίσω από κάθε ενοχικό μας συναίσθημα, υπάρχει ο φόβος της εγκατάλειψης – για αυτό και όταν ο άλλος πλησιάζει να αποκαλύψει την πράξη μας, μεγαλώνουν κι οι ενοχές μας. Αυτή η ενοχή θα κουρνιάσει καλά μέσα του και κάθε τι που θα του προσφέρει χαρά ή θα τον ευχαριστεί στην ενήλικη ζωή, θα τον κάνει να αισθάνεται άσχημα.
Θα νιώθει ότι φταίνε οι δικές του επιλογές για τη δυστυχία της γυναίκας του – αν καταφέρει να παντρευτεί – ότι ευθύνεται εκείνος αν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά γιατί κοιτούσε μόνο τον εαυτό του και άλλα τέτοια. Θα έχει αυτοκαταστροφική συμπεριφορά και θα οδηγείται να τιμωρείται πολύ σύντομα όταν βρίσκει κάτι που τον χαροποιεί.
Εναλλακτικά, αν η μαμά δεν ικανοποιήσει την ανάγκη του παιδιού της – που είναι κατά βάση δική της ανάγκη να συμπληρώσει τα κενά της σχέσης με τον σύζυγό της – το παιδί θα θυμώσει, όμως χωρίς να αισθανθεί ενοχή. Μα αυτός ο θυμός είναι χρήσιμος καθώς, επειδή θυμώνω με εσένα, μπορώ ευκολότερα να στρέψω το ενδιαφέρον μου σε κάποια δημιουργική απασχόληση. Να βρω τι μου αρέσει, τι δεν με θυμώνει δηλαδή, που να μην είσαι εσύ και να αυτονομηθώ.
Όλα αυτά, βέβαια, απαιτούν να γνωριστώ με τον εαυτό μου για να τα καταλάβω. Να καταλάβω ότι άλλο η ανάγκη και άλλο η αγάπη. Να δημιουργήσω σχέση μαζί μου, να με ακούσω, να με φροντίσω, να με διαθέσω εκεί που θα ανταποκριθούν με εκτίμηση σε αυτό που είμαι. Αλλά πρώτα, πρέπει να αξίζω για εμένα. Αλλιώς δεν θα μου αξίζει τίποτα και θα προσπερνώ κάθε ευκαιρία για ευτυχία. Όλη η υπόθεση είναι στο να με ακούσω, να με καταλάβω, να με μάθω. Να μάθω γιατί κάνω ό,τι κάνω. Το Γιατί. Ποιο σημαντικό κι από αυτό που θα επιλέξω, αφού με απελευθερώνει από κάθε ασυνείδητη σύγκρουση.
Με τον εαυτό μου χρειάζεται να δημιουργήσω σχέση. Όχι εξάρτηση γιατί εκεί δεν θα υπάρχει ελευθερία. Όχι συγχώνευση γιατί εκεί δεν θα υπάρχει χώρος ανάμεσά μας. Σχέση φροντίδας. Κατανόησης, στοργής και αποδοχής. Εκεί που θα με γνωρίσω, εκεί που θα κάνω το ασυνείδητο συνειδητό, δεν θα μπερδεύω την ανάγκη μου για αγάπη. Θα μπορώ να αγαπώ και να σχετίζομαι και να είμαστε όλοι ελεύθεροι. Η θεραπεία βοηθά σημαντικά στη δημιουργία αυτής της σχέσης, αφού μας βάζει σε ένα βαθύ διάλογο με τον εαυτό μας. Κι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Να με ακούσω γιατί μέσα σε αυτό το άκουσμα, μαθαίνω ό,τι πιο σπουδαίο. Μαθαίνω να αγαπώ από ευτυχία και όχι για την ανακούφιση.
Ιάκωβος Σιανούδης